Σελίδα 3 από 4 Ὁ ἀσκητικός τρόπος ζωῆς, πού κατά δύναμιν ζεῖ ὁ
κάθε μοναχός, τοῦ δίνει τήν δυνατότητα νά ἀποδεσμεύσει καί νά ἀπελευθερώσει
τόν ἑαυτό του ἀπό τίς περιττές ἀπαιτήσεις, τίς παράλογες ἐπιθυμίες
καί τά πάθη γενικότερα, καί νά χρησιμοποιεῖ τήν κτίση καί τά ἀγαθά
πού αὐτή προσφέρει, γιά τήν ἱκανοποίηση, μόνο τῶν πραγματικῶν ἀναγκῶν
του. Ὁ τρόπος αὐτός τῆς ζωῆς ἀπαλάσσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό «ἴδιο
ἐγωϊστικό του θέλημα», στό ὁποῖο ἐγκλωβισμένος ὁ ἄνθρωπος παραμένει
«κύκλος κλειστός» καί ἔχει τήν τάση νά κυριαρχεῖ στήν κτίση καί νά τήν
χρησιμοποιεῖ ἰδιοτελῶς γιά τήν δική του ἱκανοποίηση. Διά τῆς «ἐν ἀπολύτῳ
ἐλευθερίᾳ» τελουμένης μοναχικῆς ὑπακοῆς, θραύεται τό κέλυφος τῆς
ἀτομικότητος τοῦ ἀνθρώπου, πλατύνεται τό εἶναι του καί διευρύνεται
ἡ ὑπόστασή του, ὥστε νά χωράει τή ζωή ὅλου τοῦ κόσμου. Στή φυσική
της ὡραιότητα καί τήν ἔνθεη ἀναγέννησή της. Δημιουργεῖται ἔτσι ἕνα
ἦθος ὡς προϊόν ἐλευθερίας καί ὄχι ὡς προϊόν πειθαρχίας καί ὑποταγῆς
σέ ἀνώτερη ἀνθρώπινη θέληση καί γιά ἀνθρώπινα ὀφέλη. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται μιά
πηγή εὐλογίας γιά ὅλη τήν κτίση. Στήν Βυζαντινή τέχνη ὁ ἦχος ἑνός τροπαρίου, οἱ πέτρες ἑνός Ναοῦ καί οἱ ψηφίδες ἑνός
μωσαϊκοῦ εἶναι ὕλη
πού ἔχει
ἀποκτήσει ἔκφραση καί
φωνή. Τά σπίτια σ᾿ ἕνα
χωριό ἔχουν
διαπροσωπική κοινωνία
μεταξύ τους καί μέ τό Ναό, πού εἶναι συνήθως στό κέντρο τοῦ χωριοῦ. Στρέφονται ὅλα
πρός τό Ναό σάν νά δοξολογοῦν
τόν Θεό. Ἀντίθετα τά σύγχρονα κατασκευάσματα χάνουν
αὐτό τό πρόσωπο καί τό ἕνα εἶναι γυρισμένο μέ τήν πλάτη στό ἄλλο. ὅπως ἀκριβῶς εἶναι σήμερα τά αἰσθήματα τοῦ ἐνός γιά τόν ἄλλον. Δέν ἔχουν μόνο μιά δύσμορφη ἐπιφανειακή κατασκευή, ἀλλά
ἀποπνέουν μιά νεκρική
καί ψυχρή παρουσία μέσα στήν ὁποία καλεῖται νά ἀναπτυχθῆ
καί διαμορφωθῆ ὁ ἄνθρωπος. Θά ἄξιζε νά σπουδάση κανείς ἔστω
καί μόνο τήν ἀρχιτεκτονική
ἑνός Βυζαντινοῦ κτίσματος
ἤ τήν τέχνη τῆς τοιχοποιῒας καί τῶν ἁρμῶν τῶν λίθων γιά νά ψηλαφίση τή φυσική σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ὕλη καί νά θαυμάση ἐκεῖ
τό ἦθος
ἐκείνου τοῦ πολιτισμοῦ. Δέν βιάζει τήν ὕλη
ὁ Βυζαντινός, σεβόμενος
καί σπουδάζοντας τό λόγο τοῦ ὑλικοῦ. Δέν θέλει νά τήν πειθαρχήση στή
σκοπιμότητα τοῦ δικοῦ του μυαλοῦ. Ἀσκεῖται σέ παραίτηση καί ἀπάρνηση
τῆς ἐγωκεντρικῆς ματαιοδοξίας καί ἀγωνίζεται
νά ἀναδείξη
τίς δυνατότητες τοῦ ὑλικοῦ καί νά τό θέση σέ διάλογο μέ τόν τεχνίτη,
πού καμμιά σύγχρονη τεχνική δέν μπορεῖ νά τό ἐπαναλάβη. Τά ἔργα αὐτῆς τῆς τέχνης ἄν καί κατασκευάσθηκαν ἀπό
τά ἀνθρώπινα
χέρια καί μέ τά ὑλικά
τῆς γῆς εἶναι ἔργα θεότευκτα καί θεόδμητα, ἐπειδή
ἡ κατασκευή τους δέν εἶναι
ἐπίνοια
τῶν ἀνθρώπων ἀλλά ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αἰώνιο παράδειγμα εἶναι
ἡ Ἁγία Σοφία στήν Κωνσταντινούπολη. Προσκυνεῖ
τόν Δημιουργό καί σέβεται τήν ὕλη κατά τήν διατύπωση τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου
τοῦ Δαμασκηνοῦ «Προσκυνῶ τόν τῆς ὕλης δημιουργόν, δι’ ἐμέ γενόμενον,
καί ἐν ὕλῃ τήν κατοίκησιν θέμενον καί δι’ ὕλης, τήν σωτηρίαν μου ἐργασάμενον.
Σέβω οὖν τήν ὕλην ... δι’ ἧς ἡ σωτηρία μου γέγονε. Σέβω δέ, οὐχ ὡς Θεόν,
ἀλλ’ ὡς θείας ἐνεργείας καί χάριτος ἔμπλεων»[1]. Εἶναι ἀξιέπαινη ἡ προσπάθεια μερικῶν ἐρευνητῶν
τῆς σύγχρονης ζωῆς γιά τήν διατήρηση
τοῦ περιβάλλοντος
στά φυσικά δεδομένα. Προσπαθοῦν νά ἀντιληφθοῦν καί στό μέτρο πού διαθέτουν τά μέσα
νά ἐργασθοῦν γιά
τόν ἀπεγκλωβισμό τῶν ἀνθρώπων ἀπό τά βασανιστικά κλουβιά τῆς σύγχρονης κουλτούρας. Καμμιά φορά
οἱ δυσκολίες γίνονται δάσκαλοι γιά
τήν ἀνεύρεση τοῦ φυσιολογικοῦ. Γίνονται πρωτοπόροι
ἀγωνιζόμενοι
αἰματηρά νά πείσουν
τόν σύγχρονο ἄνθρωπο νά
ἀποκτήση
«ἐλεήμονα
καρδία». Καί «ἐλεήμων
καρδία», ὅπως
λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ, «εἶναι αὐτή πού καίγεται γιά ὁλόκληρη
τήν κτίση, γιά τούς ἀνθρώπους, γιά τά ὄρνια, γιά τά ζῶα καί γιά ὅλα
τά κτίσματα». Στήν ἀξιέπαινη
προσπάθειά τους ὅμως
ἐλάχιστα ἐπιτυγχάνουν.
Γιατί τούς λείπει τό «ἕν» καί συγχρόνως τό πᾶν στή ζωή τους. Καί ὅποιος
εἶναι τυφλός πρός τό «ἕν» κατά τόν ἅγιο
Συμεών, «τυφλός πρός
πάντα ἐστιν».
Καί «ὁ βλέπων
ἐν τῷ ἑνί, ἐν θεωρίᾳ τῶν πάντων ἐστί». Μ᾿ αὐτή τελικά τήν
προϋπόθεση ὁ ἄνθρωπος
παύει νά βλέπη μέ ἀδιαφορία
τό περιβάλλον του. Καταργεῖ
τίς διαθέσεις παραχρήσεώς του. Τό βλέπει μέ ἀπέραντο
σεβασμό, ἀφοῦ
πιστεύει ὅτι
εἶναι ἔργο
τοῦ Θεοῦ, αἰσθάνεται ἔντονη
εὐθύνη καί ἀγάπη
γιά αὐτό, ὥστε
νά μή μπορῆ νά ἀνεχθῆ
ὁποιαδήποτε καταστροφή,
χωρίς νά πληγώνεται βαθειά. Ἄν ἡ σύγχρονη τεχνολογία δέν ἀγνοήσει
τήν πραγματικότητα αὐτή
θά διευρυνθῆ οὐσιαστικά ὁ ὀρίζοντας τοῦ πολιτισμοῦ μας, ἐνῶ οἰ τεχνολογικές καί οἰκονομικές πραγματικότητες
θά βροῦν ὑψηλότερους
στόχους, χωρίς ἐνδογενῆ
ἀδιέξοδα. |