Σελίδα 1 από 6
ΟΙ
ΜΟΝΑΧΟΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ Ἀρχιμανδρίτου Μαξίμου Καθηγουμένου Ἱ. Μ. Ἁγ. Διονυσίου ἐν Ὀλύμπῳ Ἡ ὕπαρξη τῆς
Ἐκκλησίας
στόν κόσμο εἶναι
ἡ καινούργια ζωή πού ἔφερε ὁ Χριστός
στούς ἀνθρώπους.
Εἶναι
ὁ τόπος ἀπ΄ ὅπου ἐξαγγέλεται
ὁ ζωντανός λόγος τοῦ Θεοῦ καί
γνωρίζεται ὁ ἀληθινός Τριαδικός Θεός καί ταυτόχρονα χαρίζεται ὁ τρόπος
μέ τόν ὁποῖο ἀφανίζεται ὁ παλαιός
φθαρμένος ἀπό
τήν ἁμαρτία
ἄνθρωπος
καί φανεροῦται
ὁ ἐν Χριστῷ ἀνακαινισμένος καί μεταμορφωμένος νέος Ἀδάμ. Ὁ Χριστός
ἐρχόμενος
στόν κόσμο εἶπε:
"Πῦρ
ἦλθον
βαλεῖν
ἐπί
τήν γῆν
καί τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη;"
καί "Μή νομίσητε ὅτι
ἦλθον
βαλεῖν
εἰρήνην
ἐπί
τήν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν
εἰρήνην
ἀλλά
μάχαιραν". Ἡ διδαχή λοιπόν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα πῦρ
κατερχόμενο ἀπό
τόν οὐρανό
πάνω στή γῆ καί σκοπό ἔχει νά καταργήση κάθε ἐναντιότητα, πού στοχεύει στήν ζωή καί
προκοπή τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἀληθινή σχέση του μέ τόν Θεό δημιουργό του. Ἦλθε νά φέρη διχασμό καί πολεμική
μεταξύ τῶν
πιστευόντων εἰς τούς λόγους Του καί τῶν ἀπιστούντων καί πολεμούντων Αὐτόν. Ὁ Χριστός
εἶναι
ἡ Ἐκκλησία, διά τῆς ὁποίας
παρατείνεται καί μορφοῦται
ἡ ζωή του στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐκκλησία ἦταν
φυσικό, ὡς
νέα καί ἀληθής
κοινωνία, νά ἔλθη
σέ ἀντίθεση
μέ τήν κοσμική κοινωνία, ἡ ὁποία ἐμφορεῖτο ἀπό τήν ἐξουσιαστική
καί βίαιη σκληρότητα τοῦ ἄρχοντος τοῦ αἰῶνος τούτου καί νά δημιουργήση ἐκ τῶν πραγμάτων ἀναπόφευκτη ἀντιπαλότητα. Ἡ Ἐκκλησία διακηρύσσει ἕνα κόσμο πού θά ἔλθη καί ἡ ἀληθινή ζωή της δέν ἐξαντλεῖται στά ὅρια
τοῦ παρόντος αἰῶνος οὔτε μπορεῖ νά ἀποδεχθῆ τήν
τάξη τοῦ αἰῶνος τούτου, οὔτε τήν αἰωνιότητα τοῦ κόσμου
τούτου. Ἐνῶ ὁ κόσμος,
πού δέν ἔχει
μετα-μορφωθῆ σέ Ἐκκλησία, δέν θέλει νά παρέλθη ὁ παρών
αἰών
καί αὐτή
ἡ ἐμμονή του νά καταστήση τόν παρόντα αἰῶνα τήν μόνη ἐπιδίωξη τοῦ ἀνθρώπου, καθιστᾶ τήν
Ἐκκλησία
μέσα στόν κόσμο ἀναπόφευκτα
ἐπαναστατική. Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ
βλέπει στίς δομές τῆς
Ρωμαϊκῆς
κυριαρχίας μιά Ρώμη νά ἀναπτύσση
μιά αὐτοσυνειδησία
μέ ἔντονες
ἀξιώσεις
ἐσχατολογίας
καί ἐθεωρεῖτο ἡ αὐτοκρατορία ὡς ἡ τελική
καί τελειώτερη φάση τῆς
ἀνθρώπινης
ἱστορίας.
Εἶχε
ταυτόχρονα φρόνημα πολιτικό καί μεταφυσικό καί κατά συνέ-πεια ἀξίωνε ἀπόλυτη κυριότητα πάνω στόν ἄνθρωπο. Οἱ Χριστιανοί δέν εἶχαν δυσκολία νά ἀναγνωρίσουν τήν ὕπαρξη τῆς Πολιτικής ἐξουσίας χάριν τῆς ἁρμονικῆς εὐταξίας τῶν
ἀνθρώπων.
Ἐξ
ἄλλου
ὁ Ἁπόστολος Παῦλος εἶχε
διατυπώσει ἀκόμη
καί μέσα ἀπό
τήν ἐμπειρία
τῶν
σκληρῶν
διωγμῶν
τήν ἐκ
Θεοῦ προέλευση τῆς κοσμικῆς Ἐξουσίας καί κατά συνέπειαν τήν ἀποδοχή της ἐκ μέρους τῶν Χριστιανῶν. Τό πρόβλημά τους ἦταν ἡ δυσκολία "νά ἀποδεχθοῦν ἄλλον
Κύριο καί ἡ ἀφροσύνη νά ἐκχωρήσουν σέ ἄλλη βασιλεία, τήν ἐσχατολογική προσδοκία τους". Παρ΄ ὅλο πού δέν ἀπομακρύνονται ἀπό τήν ἱστορία καί τόν κόσμο, ἔνοιωθαν ἔντονα
ὅτι
ἦσαν
πολίτες ἄλλης
πόλεως. Ζοῦσαν
ταυτοχρόνως σέ δύο ἐπίπεδα,
τό χρονικό καί τό αἰώνιο.
Ἀπό
αὐτή
τήν ἀντίθεση,
τῶν
ἡγετῶν τῆς Ρώμης νά λατρεύονται ὡς θεοί καί τῶν Χριστιανῶν νά ἐμμένουν
στήν λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ καί
ἐν
Χριστ῀ῶ φανερωθέντος
στόν κόσμο ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἐξεπήγασαν τά μαρτύρια τοῦ αἵματος τῶν χριστιανῶν τῶν
τριῶν
πρώτων αἰώνων
πού εἶναι
᾿ἤδη
γνωστά ἀπό
τούς ἀποστολικούς
χρόνους. Ὁ εἰρη-νικός ἐπαναστατικός βίος τῶν χριστιανῶν καί ἡ ἄρνησή τους νά ὑπακούσουν στίς ἀξιώσεις τῆς
ἐξουσίας
καί νά ἐμμείνουν
στήν ἀγάπη
τοῦ Χριστοῦ ἔπνιξαν στό αἶμα τήν ζωή τῶν πιστῶν ὅπου
τελικός νικητής ἦταν
ἡ Ἐκκλησία, γιατί ὁ ἀγώνας της ἦταν δίκαιος. Καί ἐπειδή ὁ Κύριος
"δικαιοσύνας ἠγάπησεν"
τόν δίκαιο ἀγῶνα τῶν
πιό ἀγαπητῶν τέκνων του, πού μέχρι θυσίας τῆς ζωῆς τους τόν ἀγάπησαν, ἐδικαίωσε
καί ἐστερέωσε ἐπάνω στήν ὁμολο-γία τους τήν Ἐκκλησία Του σάν σέ πέτρα ἀσάλευτη. Ἡ ὀρθοδοξία ἔκτοτε ὀνομάζεται μαρτυρική, γιατί ζοῦσε μέ ἐνθουσιασμό τόν παλμό τῶν μαρτύρων καί καλοῦσε τόν λαό νά μνημονεύη τούς μάρτυρας, γιά νά ἀξιωθοῦν νά γίνουν "κοινωνοί τῆς ἀθλήσεως αὐτῶν". |