Σελίδα 1 από 3
Η ΧΑΡΑ Ἡ χαρά εἶναι ὁ βαθύς, διαρκής
καί κοινός ὅλων τῶν ἀνθρώπων πόθος. Τήν κυνηγοῦμε ἀπό τότε πού ἀνοίγουμε τά μάτια
μας στό φῶς αὐτῆς τῆς ζωῆς ἕως ὅτου τά σφαλίσουμε γιά πάντα. Ἡ χαρά ἀποτελεῖ τό
ὀξυγόνο τῆς ζωῆς. Ὁ Βίκτωρ Οὐγκώ λέγει: κανένε ἀνθρώπινο συναίσθημα δέν εἶναι τόσο
τρομακτικό ὅσο ἡ χαρά. Κατά τήν ψυχολογία ἡ χαρά εἶναι ἕνα βαθύ εὐάρεστο συναίσθημα, πού συνοδεύεται ἀπό μία ἔξαρσι
τῶν ψυχικῶν δυνάμεων τοῦἀνθρώπου, ἀπό ἕνα αἴσθημα εὐφορίας. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ
Ἁγιορείτης θέλοντας νά προσδιορίση βιολογικά τήν χαρά, λέγει ὅτι εἶναι: ἡ διάχυσις
τοῦ ἐν τῇ καρδίᾳ αἵματος, καθώς ἐκ τοῦ ἐναντίου ἡ λύπη εἶναι συστολή αὐτοῦ τοῦ
ἐν τῇ καρδίᾳ αἵματος. Ἑξ ἄλλου ἡ πεῖρα τῆς ζωῆς μαρτυρεῖ ὅτι ἡ χαρά ε῏ναι φαινόμενο
περισσότερο ἐσωτερικό καί λιγώτερι ἐξωτερικό. Ἡ χαρά δέν βρίσκεται στά πράγματα
ἀλλά βρίσκεται μέσα μας (Γουάγκερ). Ἁπό αὐτό γίνεται φανερό ὅτι ἡ χαρά δέν ταυτίζεται ἀναγκαστικά μέ τό ἠχηρό γέλοιο, μέ αὐτό πού ὀνομάζουμε διασκέδασι, ψυχαγωγία κ.λ.π. Φαίνεται ὅτι στή
ζωή ὑπάρχει ἡ χαρά ἀλλά ὑπάρχει καί... ἡ σκιά της. Σύμφωνα
μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν
Ἁγίων Πατέρων, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά βιώση τήν χαρά, ἀντλώντας την ἀπό τρεῖς πηγές:
ἀπό τήν φυσική ζωή, τήν παρά φύσιν καί τέλος τήν ὑπέρ φύσιν. ἔτσι ἡ χαρά ἀποκτᾶ
τρεῖς ποιότητες καί διαστάσεις. Τό πρῶτον
εἶδος χαρᾶς πηγάζει ἀπό φυσικά, ψυχολογικά ἤ ἀκόμη καί ἡθικά αἴτια. Βιώνμεται ἀπό
τόν ἄνθρωπο ὡς εὐδιαθεσία, εὐθυμία, αὐφορία κ.λ.π. σέ ἐπίπεδο ἀτομικό, οἰκογενειακό
καί κοινωνικό. Ἡ ὑγεία, ἡ ἐργασία, ὁ γάμος (βλέπε λαϊκή εὐχή: στίς χαρές σου),
ἡ ἀπόκτησις τέκνου (Ἱωάν. 16,21), ἡ ἐπιτυχία στόν ἐπιστημονικό ἤ ἐπαγγελματικό τομέα,
ἡ ἑορτή, ἡ ἐκπλήρωσις τοῦ καθήκοντος καί ἕνα σωρό ἄλλες περιπτώσεις, ἀποτελοῦν τά
φυσικά της πλαίσια. ὅλες αὐτές οἱ χαρές εἶναι φυσικές καί ἀνθρώπινες, ἁγνές καί
ἀκατηγόρητες καί μἀλιστα μποροῦν νά θεωρηθοῦν ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὅμως ἐκ τοῦ
κόσμου τοῦτου. Δηλαδή γήϊνες, ἐφήμερες καί δέν νικοῦν τόν θάνατο. Εἶναι θνησιγενεῖς,
εὔθραστες καί εὐπρόσβλητες ἀπό τίς διάφορες ἀρνητικές περιστάσεις τοῦ βίου. Ἡ χαρά
ἐξ ἄλλου δυστυχῶς ὑπό αὐτήν τήν μορφή της
κατήντησε στόν παρόντα κόσμο τόσο λίγη, σχεδόν ἀνύπαρκτη, ὥστε δικαίως αὐτή ἡ ζωή ὠνομάσθηκε κοιλάς κλαυθμῶνος. Ἡ θλίψις, ῾ δοκιμασία
ἡ ἀσθένεια καί προπαντός θάνατος, δηλητηριάζουν αὐτή τήν λίγη χαρά ἤ καί τήν ἀφαιροῦν
τελείως ὥστε νά ἀναγκασθῆ ὁ Κύριος νά μᾶς προειδοποιήση: ἐν τῷ κόσμῳ τοὐτῳ θλίψιν
ἔξετε...(Ἰωάν. 16,33) Τό
δεύτερο εἶδος ἡ παρά φύσιν χαρά, εἶναι ἡ χαρά τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἔκπτωσις τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν φυσική ζωή, εἶναι
ἡ παρά φύσιν κατάστασίς του. |