Σελίδα 4 από 6 Ὡστόσο,
τό καινό γεγονός πού ἄρχισε νά συντελῆται μέ τήν πρώτη ἔλευσι τοῦ Χριστοῦ στόν
παρόντα κόσμο, πρόκειται νά ὁλοκληρωθῆ, κατά τήν δευτέρα ἔλευσί του, κατά τό
τέλος τῆς ἱστορίας, ὁπότε «καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν, κατά τό ἐπάγγελμα
αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἴς δικαισύνη κατοικεῖ» κατά τόν Ἀπ. Πέτρο (Β’ Πέτρ. 3,
13). Ὁ
Διάβολος θέλησε στήν ἔρημο μέ τούς τρεῖς πειρασμούς του νά ἀναγκάση τόν Κύριο
νά ἀντιμετωπίση τά προβλήματα τῆς ζωῆς κατά τρόπο κοσμικό, δηλ. ἀνθρωποκεντρικό
καί ὄχι θεοκεντρικό («Εἰπέ ἵνα οἱ λίθοι οὖτοι ἄρτοι γένωνται» - «Βάλε σεαὐτόν κάτω,
ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περί σοῦ» - «Ταῦτα πάντα σοί δώσω, ἐάν πεσών
προσκυνήσεις μοι») (Ματθ. 4, 1-11). Τό ἴδιο
προσπαθεῖ ἀνέκαθεν νά κάνη καί πρός τήν Ἐκκλησία Του. Τῆς προκαλεῖ τόν πειρασμό
νά πορευθῆ πίσω ἀπό τόν κόσμο δηλ. πίσω ἀπό τόν ἄρχοντα τοῦ κόσμου, τόν Διάβολο
καί νά συμμορφωθῆ μέ τίς παράλογες ἀπαιτήσεις του. Αὐτό
ἀπετέλεσε καί θά ἀποτελῆ πάντοτε τόν μεγαλύτερο κίνδυνο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί
τῶν μελῶν της. Πράγματι! Ἡ Ἐκκλησία δέν κινδυνεύει πλέον ἀπό τούς
διώκτας της, οὔτε ἀπό τούς αἱρετικούς, ἀλλά ἀπό τά ἐκκοσμικευμένα μέλη της,
λαϊκούς καί κληρικούς. Ἕνα
μεγάλο στέλεχος τῆς κομμουνιστικῆς Ρωσίας ἔλεγε: «Οἱ χριστιανοί εἶναι οἱ
μεγαλύτεροι ἐχθροί μας. Ἀλλά οἱ «χριστιανοί» εἶναι οἱ καλύτεροι φίλοι μας». Ὁ
ἀκίνδυνος γιά τούς ἐχθρούς μας αὐτός «χριστιανός», ὁ φίλος τοῦ κόσμου καί τῆς
κοσμικότητος, τό κακέκτυπο αὐτό τοῦ χριστιανισμοῦ, εἶναι ὁ πλέον ἐπικίνδυνος
ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας, διότι εἶναι ὁ καλύτερος συνήγορος τῶν ἐχθρῶν της. Ἡ
Ὀρθοδοξία κατηγορεῖται συχνά ὅτι προσκολλᾶται στό παρελθόν καί διατηρεῖ
μουσειακή ἀντίληψι γιά τήν Ἐκκλησία. Αὐτό ἀσφαλῶς ὀφείλεται σέ ἄγνοια ἤ σέ
παρανόησι τῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθοδοξίας. Τουναντίον, «ἡ ὀρθόδοξη παράδοσις, ὡς
κίνησις καί ζωή ἐμφανίζεται μερικές φορές μέ τήν μορφή τῆς καινοτομίας -χωρίς
βέβαια στήν οὐσία νά πρόκειται περί τούτου- ὅπως συνέβη μέ τόν ὅρο «ὁμοούσιος»
στό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος
χαρακτηρίσθηκε ὡς «καινός θεολόγος» καί ἡ διδασκαλία του, περί τοῦ ἡσυχαστικοῦ
τρόπου ζωῆς, ὡς «νέα θεολογία». Στίς περιπτώσεις αὐτές οἱ Πατέρες δέν
καινοτομοῦν, ἀλλά ὀρθοτομοῦν τόν λόγο τῆς Ἀληθείας» (Ναυπ. Ἰερόθεος). Ὁσάκις
λοιπόν ἡ Ἐκκλησία θέλησε νά ἐκσυχρονισθῆ, μέ τήν κακή βέβαια ἔννοια τῆς λέξεως
ἤ νά ταυτισθῆ μέ τήν ἐξουσία δέν ἀπέφυγε τήν ἐκκοσμίκευσι καί τήν ἀλλοτρίωσι,
ὅπως λ.χ. συνέβη στήν παπική ἐκκλησία, ἡ ὁποία κατήντησε ἕνας κρατικός
ὀργανισμός. Εἶναι
ἀνάγκη νά κάνουμε μία διάκρισι μεταξύ τῶν ὅρων ἐξέλιξις - μεταρρύθμισις -
μεταλλαγή καί τῶν ὅρων ἀνάπτυξις - ἀνανέωσις - ἀνακαίνισις. Στούς
πρώτους ὅρους ἐνυπάρχει ἡ ἔννοια τῆς ἀλλοιώσεως καί τῆς μεταβολῆς, στούς
δευτέρους δέν ἔχουμε ἀλλαγή καί ἀλλοίωσι τῆς οὐσίας. Π.χ. ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά
ἀναπτύσσεται, νά ἀνακαινίζεται καί νά ἀνανεώνεται, ἀλλά εἶναι ὁ ἴδιος ὁ
ἄνθρωπος αὐτός πού ἀναπτύσσεται. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς πρός τήν οὐσία της, δηλ. τά
δόγματα καί τήν θεολογία της, τήν ἐκκλησιολογική δομή της, τήν λατρεία καί τό
ἦθος της, δέν ἐξελίσσεται, οὔτε μεταρρυθμίζεται (π.χ προγαμιαῖες σχέσεις). Ὅλα
αὐτά δέν μποροῦν νά ὑποστοῦν ἀλλοίωσι, συμπλήρωσι ἤ ἀφαίρεσι, κατά τό πνεῦμα
τοῦ κόσμου, ἐφ' ὅσον εἶναι κατ' ἔμπνευσιν τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Σέ αὐτό τό λάθος
ἔπεσεν ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός, μέ τό νά προσθέση νέα δόγματα (φιλιόκβε, ἀλάθητον
κ.λ.π.) καί ὁ προτεσταντισμός, ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει ὅτι ἡ Ἐκκλησία πρέπει διαρκῶς
νά μεταρρυθμίζεται καί γιαὐτό, σύν τοῖς ἄλλοις, ἔφθασε νά χειροτονῆ γυναῖκες
καί νά παντρεύη... ὁμοφυλόφιλους. Ἡ Ἐκκλησία, πρός διατύπωσι καί ἔκφρασι τῆς
διδασκαλίας της, προσλαμβάνει βέβαια ὅλα ἐκεῖνα τά στοιχεῖα τοῦ ἀνθρωπίνου
πολιτισμοῦ, τά ὁποῖα βοηθοῦν πρός τόν σκοπό αὐτό, ὅπως τήν γλῶσσα -φιλοσοφικούς
ὅρους- τέχνη κ.λ.π. δίδοντας σ' αὐτά τό καινούργιο της περιεχόμενο, σύμφωνα καί
μέ τήν προτροπή τοῦ Παύλου: «πάντα δοκιμάζετε τό καλόν κατέχετε» (Α’ Θεσ. 5,
21). |