Σελίδα 5 από 6 «Ἀσφαλῶς
-γράφει ὁ καθηγητής Ματζαρίδης (Χρόν. καί Ἄνθρ. σελ. 96)- τό κήρυγμα τῆς
Ἐκκλησίας, δέν μπορεῖ νά προσφέρεται στόν κόσμο χωρίς νά προσαρμόζεται μέ τόν
κατάλληλο τρόπο, πρός τό ἑκάστοτε περιβάλλον. Σέ καμμιά ὅμως περίπτωσι δέν
πρέπει νά ἀλλοιώνεται ὡς πρός τό περιεχόμενό του». «Τό ἀνακαινίζειν -γράφει ὁ
Λόσκυ- δέν σημαίνει ἀντικατάστασι τῶν ἀρχαίων ἐκφράσεων τῆς Ἀληθείας μέ νέες». «Ὡστόσο
ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά παρεμβαίνη μέ τόν δικό της οὐσιαστικό καί σωτήριο λόγο στά
σύγχρονα ὑπαρξιακά - κοινωνικά - οἰκογενειακά κ. ἄ. προβλήματα τοῦ κόσμου»
(Ναυπ. Ἱερόθεος). «Ἑπομένως ὅταν ὁμιλοῦμε γιά ἐκσυγχρονισμό καί προσαρμογή τῆς
Ἐκκλησίας στό σήμερα τοῦ κόσμου, δέν πρέπει νά ἐννοοῦμε τό τί ἔχει νά πῆ σ'
αὐτόν, ἀλλά πῶς θά τό πῆ» (ἔνθ. ἀνωτ.). Ἐπίσης
πρέπει νά γίνη διάκρισις μεταξύ τῶν ὅρων συντήρησις καί παράδοσις. Συντήρησις
σημαίνει κάτι τό στατικό, τό ἀποστεωμένο, τό μουσειακό, τό νεκρό. Παράδοσις
σημαίνει ζωή, κάτι τό δυναμικό. «Παράδοσις -κατά τόν Λόσκυ- εἶναι ἡ ζωή τοῦ Ἁγ.
Πνεύματος ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ». Ἡ συντήρησις εἶναι τέλμα καί ἔρχεται σέ ἀντίθεσι μέ
τήν ζωή. Καθηλώνει τήν Ἐκκλησία στό παρελθόν καί δεσμεύει τήν ἀνακαινιστική της
ἀποστολή στό παρόν. Ἡ παράδοσις δέν ἀφίσταται τοῦ παρελθόντος. Ξεκινᾶ ἀπό αὐτό
καί σάν ἄλλος ποταμός, πού τρέχει καί κινεῖται μέσα στόν χρόνο, καλύπτει τό
παρόν καί τό μέλλον μέ ὅλο καί καινούργια νάματα. Αὐτό συμβαίνει καί μέ τήν
φυσική γέννησι ὅπου ἡ ζωή παραδίδεται ἀπό πατέρα σέ παιδί, ἐγγόνι κ.λ.π. Ὑπό τήν
ἔννοια αὐτή ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι συντηρητική -ὅπως θέλουν νά τήν κατηγοροῦν-
ἀλλά παραδοσιακή, ἤτοι πάντοτε σύγχρονη καί ζωντανή. Δέν καινοτομεῖ ἀλλά
ὀρθοτομεῖ τόν λόγο τῆς Ἀληθείας, ὅπως ἐλέχθη, «ἑπομένη τοῖς ἁγίοις πατράσιν». Ἀγαπητοί
πατέρες, ὅλοι ἐμεῖς, κληρικοί καί λαϊκοί, πού ἀποτελοῦμε τά μέλη τῆς Μιᾶς Ἁγίας
Καθολικῆς καί Ἀποστολικής, δηλ. τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐμεῖς
πού ἔχουμε λάβει τό ἀνακαινιστικό λουτρό τοῦ βαπτίσματος καί ἔχουμε εἰσέλθει
στόν καινούργιο κόσμο τοῦ Θεοῦ, καλούμεθα «ἵνα ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν»
καί «ἵνα τάς νεωτερικάς ἐπιθυμίας φύγωμεν» κατά τήν προτροπή τοῦ Παύλου (Β’
Τιμ. 2, 22). Ζοῦμε
σέ ἕνα συνεχῶς μεταβαλλόμενο κόσμο, ὅπου τό ἐντυπωσιακό καί τό μοντέρνο, ὄχι
μόνο προβάλλεται μέ ὅλα τά μέσα -ὅπως εἴπαμε- ἀλλά καί καταδυναστεύει τήν ζωή
μας. Ὁ «Μοντερνισμός» καί ὁ «Μεταμοντερνισμός», ἡ «νεωτερική» καί «μετανεωτερική»
μπορεῖ νά ἐδημιουργήθηκαν στό παρελθόν ὡς θεωρίες, ἀλλά σήμερα πάσχουμε ἀπό ἕνα
μοντερνισμό τῆς πράξεως. Τό μοντερνιστικό καί νεωτεριστικό αὐτό πνεῦμα, ὡς
τρόπος ζωῆς, ἔχει εἰσχωρήσει στήν νοοτροπία, στήν συμπεριφορά μας, στήν ψυχαγωγία
μας, στήν τέχνη (μοντέρνα ζωγραφική), στήν γλῶσσα μας (βλ. μοντέρνες
λέξεις...), στήν ἐμφάνισί μας, πού μᾶς κάνει πολλές φορές γελοίους καί σέ πολλές
ἄλλες πλευρές τοῦ καθημερινοῦ μας βίου. Ἔτσι, κινδυνεύουμε ὅλοι, καί ἐμεῖς
βεβαίως οἱ κληρικοί, νά παγιδευθοῦμε στά δίχτυα του καί νά ἀλλοτριωθοῦμε. |