Σελίδα 6 από 6 Ἡ
καταναλωτική νοοτροπία τῆς σύγχρονης κοινωνίας, νοοτροπία σπατάλης, νοοτροπία
τοῦ «ἔχειν» καί ὄχι τοῦ «εἶναι», ἐπηρεάζει δυστυχῶς καί τήν δική μας ζωή. Καί
αὐτό δέν γίνεται φυσικά χωρίς κόστος στήν ἠθική καί κληρική μας ὑπόστασι. Τό
μοντέρνο, μέ τό πλῆθος τῶν μορφῶν του, μπορεῖ νά προκαλέση ἀλλοιώσεις στήν
ψυχή. Ἀπό τό πλέον τεχνολογικά ἐξειλιγμένο, ἕως τό πλέον παραδοσιακό, πού
κυκλοφορεῖ σέ νέα ἔκδοσι, προκαλεῖ μοιραίως στήν ψυχή λογισμούς φιληδονίας,
κενοδοξίας καί ἀνθρωπαρέσκειας, κατά τούς τρεῖς πειρασμούς τοῦ Κυρίου μας στήν
ἔρημο, ὡς ἐλέχθη, καί παρορμᾶ εἰς προσκύνησι τοῦ Διαβόλου. Ὁ χριστιανός, τήν
ἀπόλαυσι τοῦ καινούργιου δέν περιμένει νά τοῦ τήν δώση ὁ κόσμος μέ τήν κενή του
ἀπάτη, ἀλλά ζῶντας μέσα στό μοντέρνο τοῦ καινοῦ κόσμου τῆς Ἐκκλησίας,
ἐξασφαλίζει τήν διαρκῆ ἀνανέωσί του, σύμφωνα καί μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ
«ἀνανεοῦσθαι τῷ πνεύματι τοῦ νοός ὑμῶν» (Ἐφεσ. 4, 23). Ὁ πολιτισμός τοῦ
μοντέρνου ἐξυπηρετεῖ τήν ζωή του μέ τρόπο πού ὑποθάλπει τήν ἐκπεσμένη φύσι
του. Ἱκανοποιεῖ τήν ραθυμία. Καλλιεργεῖ τήν ἀλαζονεία. Κολακεύει τά πάθη.
Τρέφει τήν ἀπληστία, νεκρώνει τό πνεῦμα. Ἡ
ἀσκητική (νηπτική καί ἡσυχαστική) τοποθέτησις (νηστεία - ἀγρυπνία - προσευχή
κ.λ.π.) πού προβάλλεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας -ἰδίως κατά τήν Μ. Τεσσαρακοστή-
ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τίς πολλές ἀλλοτριωτικές ἀπαιτήσεις τῆς σύγχρονης
κοινωνίας καί τόν ἐξαγιάζει. Ἐμεῖς
εἴμεθα ἐν τῷ κόσμῳ, ἀλλά δέν πρέπει νά εἴμεθα ἐκ τοῦ κόσμου. Δυστυχῶς δέν ζοῦμε
τήν ὀρθόδοξη παράδοσί μας, γιαὐτό ζητοῦμε ἄλλα σχήματα. Ἐμεῖς, ἑνωμένοι ὀντολογικά μέ τόν αἰώνιο καί
νεοποιό Κύριο καί ζώντας τήν ὀρθόδοξη παράδοσι, ἔχουμε τήν δυνατότητα νά
εἴμεθα πάντοτε νέοι, νικώντας τούς τρεῖς ἐχθρούς (Διάβολο - ἁμαρτία - θάνατο)
πού παληώνουν τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί νά νεοποιοῦμε τούς γηγενεῖς τοῦ κόσμου,
προσφέροντας σ' αὐτούς τό πάντοτε ἐπίκαιρο καί σύγχρονο Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ,
ὁ ὁποῖος εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Ὡς μέλη
τῆς Ἐκκλησίας -σύμφωνα μέ τό διαμάντι τῆς ἐκκλησιαστικῆς γραμματείας, τήν πρός
Διόγνητον ἐπιστολή- οὔτε κατά τήν πατρίδα, οὔτε κατά τήν ὁμιλία, οὔτε κατά τά
ἔθιμα διακρινόμεθα ἀπό τούς ἄλλους. Μετέχουμε σέ ὅλα ὡς πολῖται καί ὅμως
ὑπομένουμε τά πάντα ὡς ξένοι καί πάροικοι. Ἔχουμε σάρκα ὑλική, ἀλλά δέν ζοῦμε
βίο σαρκικό. Ἀγαποῦμε ὅλους καί καταδιωκόμεθα ἀπό ὅλους. Θανατωνόμαστε καί
ὅμως εἴμαστε ζωντανοί. Εἴμεθα πτωχοί καί ὅμως πλουτίζουμε πολλούς. Ἀπό ὅλα μπορεῖ
νά στερούμεθα καί ὅμως περισσεύουμε σέ ὅλα. Ἀτιμαζόμεθα καί μέ τίς ἀτιμώσεις
δοξαζόμεθα. Διαμένουμε στήν γῆ, ἀλλά «τό πολίτευμα ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει». Εἴθε νά
συμβαίνη αὐτό κατ’ ἐξοχήν μέ ἐμᾶς τούς κληρικούς...... |