leftmodule
  • Greek
  • English

 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ
       ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ



ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ
ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (Ε.Γ.Τ.Π.Ε.-Π.)


δράση χρηματοδοτήθηκε πό τό πιχειρησιακό πρόγραμμα (Ε.Π.)  “Αγροτική νάπτυξη - νασυγκρότηση τς παίθρου 2000 - 2006 ξονας 7” και συγχρηματοδοτήθηκε πό τό Ερωπαϊκό Γεωργικό Ταμεο Προσανατολισμο και γγυήσεων – Τμμα Προσανατολισμο.

This action was financed by the operation project “Rural development Reconstruction of the country 2000 – 2006 Axis 7” and also financed by the European Agricultural Fund Department.



Τά βασικά δόγματα

 Ο άλλος όρος πού χρειάζεται ερμηνεία είναι αυτός της «υποστάσεως» (Για τη φιλοσοφική προϊστορία και την ανάλυση της έννοιας της υποστάσεως βλ. π. Νικ. Λουδοβίκου, ο.π., σελ. 267-274.) Θα αρκεσθούμε στο σημείο αυτό να προσδιορίσουμε πως, κατά τον 4ο αιώνα, οι όροι ουσία και υπόστασις είναι ταυτόσημοι, τόσο στον Όρο της Νικαίας όσο και στο έργο τους Μ. Αθανασίου.

 

Η Θεολογία των Καππαδοκών Πατέρων.

 Το έργο αυτών των ερμηνειών και διευκρινίσεων ανέλαβαν κυρίως οι Καππαδόκες Πατέρες. ΄Ετσι ο Μ. Βασίλειος, μιλώντας περί της Αγίας Τριάδος, ονομάζει «υπόστασιν» αυτό που είναι πιο κοντά σε σημασία με την «πρώτη ουσία» του Αριστοτέλη, ενώ «ουσία» ό,τι υπονοεί ο αριστοτελικός όρος «ουσία δευτέρα», δηλαδή το κοινόν είναι, το γένος. Διακρίνοντας τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός όντος, διακρίνει μεταξύ του «τι εστι», της ουσίας του, και του «πως εστι», του τρόπου υπάρξεώς του και εν προκειμένω της υποστάσεως. Στον Μ. Βασίλειο η ουσία σχετίζεται με την υπόσταση με τον ίδιο τρόπο που το γενικό σχετίζεται με το ατομικό. ΄Οσον αφορά την αδιάσπαστη και βαθειά ενότητα της Θείας Ζωής αυτό εκφράζεται με την έννοια του ομοούσιου. Ο όρος αυτός δηλώνει θεμελιωδώς την αμοιβαία σχέση και ενότητα μεταξύ της Τριάδος, την περιχώρηση των τριών Υποστάσεων, την «σχέση ουσίας» μεταξύ τους.

 Στον Γρηγόριο Νύσσης η διάκριση ουσίας και υποστάσεως είναι ακόμη σαφέστερη και βαθύτερη (PG 46,44B): συζητώντας για την φύση αίφνης των ζωντανών σωμάτων, παρατηρεί ότι η υπόσταση τους προέρχεται από κάποια μείξη φυσικών στοιχείων, ενώ όσον αφορά στην ουσία, αυτή συνδέεται επίσης και με την ασώματη απλότητα της ψυχής. ΄Ετσι η έννοια της υποστάσεως αναφέρεται ξεκάθαρα στην αντικειμενικότητα της υλικής αναπαραστάσεως του συγκεκριμένου όντος, ενώ η έννοια της ουσίας αναφέρεται σε μιάν ανάλυση των αφηρημένων χαρακτηριστικών τους.

 Αυτό οδηγεί επίσης και τον Γρηγόριο Νύσσης σε μια ξεκάθαρη και απόλυτη διάκριση μεταξύ μίας ουσίας και των τριών Υποστάσεων στο Θεό.

 Εκείνος όμως ο οποίος ολοκλήρωσε τις θεωρήσεις των δύο άλλων Καππαδοκών εν προκειμένω είναι ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Οφείλουμε σ’ αυτόν την καίριας σημασίας ταύτιση της έννοιας της Υποστάσεως μ’ αυτήν του προσώπου, κάτι γνωστό μεν στη Δύση, θεωρούμενο όμως ως επικίνδυνο από έναν Μ. Βασίλειο, λόγω της κακής χρήσεως τον όρο πρόσωπο (με την σημασία ακριβώς του προσωπείου) από τον Σαβέλλιο. Εναλάσσοντας στη θεολογική χρήση τον όρο τρεις Υποστάσεις με την έκφραση τρία Πρόσωπα (τρείς υποστάσεις ή τρία πρόσωπα) δίδεται για πρώτη φορά μια οντολογική θεμελίωση στο ενούσιο Πρόσωπο, όχι φυσικά σε αντιπαράθεση προς την ουσία του, αλλά ως πλήρη οντολογική έκφραση του πραγματικού και συγκεκριμένου όντος- Θείου ή και ανθρωπίνου. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος:

 ᾿Επειδ χρ κα τν να Θεν τηρεν, κα τς τρες ποστσεις μολογεν, ετ᾿ ον

 τρία πρόσωπα καί ἑκάστην μετά της ἰδιότητος» ( Λόγος Κ΄ , 6)

 Τα πρόσωπα ή υποστάσεις διαθέτουν ιδιότητες υποστατικές ή προσωπικές πού είναι -σε αντίθεση προς την ουσία- ακοινώνητες, ιδιάζουσες δηλαδή για κάθε μία Υπόσταση. Αυτές είναι κατά τον Γρηγόριο, αναλογικά προς τις τρεις Υποστάσεις ή Πρόσωπα, Πατέρα, Υιό και ΄Αγιο Πνεύμα, η Αγεννησία, η Γέννηση και η Εκπόρευση, ενώ για τον Μ. Βασίλειο είναι η Πατρότης, η Υιότης και η Αγιαστική Δύναμη, ενώ για τον Γρηγόριο Νύσσης η Αγεννησία, το Μονογενές και το Είναι δια του Υιού. Οι υποστατικές αυτές ιδιότητες είναι ακριβώς οι τρεις διακεκριμένοι «τρόποι υπάρξεως» πού διακρίνουν τα πρόσωπα μεταξύ τους.

 

Η Β΄ εν Κωνσταντινουπόλει Οικουμενική Σύνοδος (381)

 Το έργο των Καππαδοκών στο οποίο πρέπει να προστεθεί και η αντιμετώπιση άλλων αιρετικών όπως του Ευνομίου, του Απολλιναρίου ή των Πνευματομάχων, ολοκληρώθηκε με την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο της Κων/πόλεως. Όρος της συνόδου αυτής είναι το γνωστό μας Σύμβολο της Πίστεως. Περίληψη της θεολογικής διδασκαλίας της Συνόδου αυτής μας δίδεται από την λεγόμενη Συνοδική Επιστολή του 3828 προς τους «ἐν Ρώμῃ συνεληλυθότας ἁγίους ἐπισκόπους» από μέρους των μελών της Συνόδου της Κων/πόλεως. Παραθέτουμε το πιο χαρακτηριστικό ίσως χωρίο, που ανακεφαλαιώνει την καταδίκη του συνόλου των αιρέσεων, των οποίων η αντιμετώπιση οδήγησε σ’ αυτό το Γενικό Σύμβολο της Πίστεως, το Σύμβολο της Νίκαιας – Κων/πόλεως:

 

« . . . Πιστεύειν εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή θεότητος και δυνάμεως καί οὐσίας μιᾶς τοῦ Πατρός και τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ῾Αγίου

Πνεύματος πιστευομένης, ὁμοτίμου τε τῆς ἀξίας, καί συναϊδίου τῆς βασιλείας, ἐν τρισί τε-

λείαις ὑποστάσεων, ἥγουν τρισι τελείοις προσώπους· ὡς μήτε τήν Σαββελίου νόσον χώραν

 λαβεῖν συγχεομένων τῶν ὑποστάσεων, εἰτοῦν τῶν ἰδιοτήτων ἀναιρουμένων· μήτε μήν τῶν Εὐνομιανῶν καί ᾿Αρειανῶν καί Πνευματομάχων τήν βλασφημίαν ἰσχύειν, τῆς οὐσίας, ἤ

τῆς φύσεως, ἤ τῆς θεότητος τεμνομένης, καί τῇ ἀκτίστῳ καί ὁμουσίῳ καί συναϊδίῳ, Τριάδι

μεταγενεστέρας τινος, ἤ κτιστῆς, ἤ ἑτερουσίου φύσεως ἐπαγομένης. Καί τόν τῆς ἐνανθρω-

πήσεως δέ τοῦ Κυρίου λόγου ἀδιάστροφον σώζομεν, οὔτε ἄψυχον, οὔτε ἄνουν, ἤ ἀτελῆ τήν τῆς σαρκός οἰκονομίαν παραδεχόμενοι· ὅλον δέ εἰδότες τέλειον μέν ὄντα πρό αἰώνων Θεοῦ

Λόγον, τέλειον δέ ἄνθρωπον ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν γενόμε-

νον». (Θεοδώρητος, Εκκλ. Ιστορ. 5,9.)