Τά βασικά δόγματα |
Σελίδα 7 από 24 εἰμή
ὁ υἱός καί ᾧ ἐάν βούληται ὁ υἱός ἀποκαλύψαι»(Σημείωση: Η
μετάφραση όλων των κειμένων της Καινής Διαθήκης που ακολουθούν μπορεί να
αναζητηθεί στην επίσημα εγκεκριμένη από την Εκκλησία της Ελλάδος και τα
Ορθόδοξα Πατριαρχεία μετάφραση, υπό των καθηγητών Βασιλειάδη, Γαλάνη, Γαλίτη,
Καραβιδόπουλου, έκδοση της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας.) Η απόλυτη αυτή αμοιβαία γνώση είναι έκφανση της
απόλυτης κοινωνίας: «ἐγώ ἐν τῷ πατρί καί ὁ πατήρ ἐν ἐμοί», (Iω. 10, 30) Η αγάπη του Υιού προς τον Πατέρα
εκφράζεται ως τέλεια εκπλήρωση του θελήματός Του: «ἐμόν βρῶμα εστιν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον» (Ιω. 4, 34). «Οὐ ζητῶ τό θέλημα το ἐμόν ἀλλά τό θέλημα τοῦ
πέμψαντός με πατρός (Ιω. 5, 30) Διότι «Οὐ δύναται ὁ υἱός ποιεῖν ἀφ᾿ ἑαυτοῦ οὐδέν,
ἐάν μή τι βλέπη τόν πατέρα ποιοῦντα· ἅ γάρ ἄν ἐκεῖνος
ποιῇ, ταῦτα καί ὁ υἱός ὁμοίως ποιεῖ» (Ιω 5, 12) Κορύφωση της ενότητας Πατρός και
Υιού αποτελεί η «αρχιερατική προσευχή» του Ιησού στο κεφάλαιο 17 του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου. ΄Εχοντας δοξάσει ο Υιός
τον Πατέρα επί της γης ζητά ξανά την δόξα την οποία είχε κοντά στον Πατέρα «πρό τοῦ τόν κόσμον εἶναι» (4-5). Ζητά
ταυτόχρονα από τον Πατέρα να εισέλθουν όλοι οι πιστοί σ’ Αυτόν κατά χάρη στην αποκλειστική σχέση Του
προς τον Πατέρα: «πάτερ
ἅγιε, τήρησον αὐτούς ἐν τῷ ὀνόματί σου, ἵνα ὦσιν
ἐν καθώς ἡμεῖς» (11) «ἵνα πάντες ἕν ὦσι, καθώς σύ πάτερ ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν
σοί, ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἐν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ
ὅτι σύ μέ ἀπέστειλας. Καί ἐγώ τήν δόξαν ἥν
δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὧσιν ἕν καθώς ἡμεῖς
ἕν ἐσμεν, ἐγώ ἐν αὐτοῖς καί σύ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσι
τετελειωμένοι εἰς ἔν, καί ἵνα γινώσκῃ ὁ κόσμος ὅτι
σύ μέ ἀπεστείλας καί ἠγάπησας αὐτούς, καθώς ἐμέ
ἠγάπησας» ((21-23). Αυτή πού αγαπητική εν –χρίστωση των
πιστών, πού οδηγεί στην εξ αγάπης του Πατρός εν-τριάδωσή τους κατά χάριν είναι
η ουσία, άλλωστε, της Εκκλησίας, του έργου δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, το οποίο
Χριστο-ποιεί, εισάγει στο Σώμα του Χριστού, ολόκληρη την κτίση. Το Πνεύμα το ΄Αγιο είναι ο «άλλος Παράκλητος» ο οποίος είναι συνεχώς
παρών στο έργο του Χριστού. ΄Ηδη ο
άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι «πλήρης Πνεύματος Αγίου εκ κοιλίας»
μητρός αυτού (Λουκ 1, 15). Ο πατέρας του Ζαχαρίας «επλήσθη Πνεύματος Αγίου και προεφήτευσε» περί του Χριστού (Λουκ. 1,
67). Η ενσάρκωση του Λόγου γίνεται δι’ Αγίου Πνεύματος: «Πνεῦμα ῞Αγιον
ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι» (Λουκ, 1,
35) ενώ κατά την επίσκεψη της Θεοτόκου στην Ελισσάβετ, αυτή «ἐπλήσθη Πνεύματος ῾Αγίου», (Λουκ. 1, 41)
και προφητεύει περί του Μεσσία. Το Πνεύμα κατέρχεται εν είδει Περιστεράς κατά
την Βάπτιση του Ιησού (Λουκ. 3, 22), Τον οδηγεί στην έρημο (Ματθ. 4, 1.
Μαρκ. 1, 12), ενώ ο Ιησούς πλήρης Πνεύματος Αγίου (Λουκ. 4, 1) επιστρέφει ήδη
από τον Ιορδάνη. Το Πνεύμα είναι παρόν κατά την Μεταμόρφωση και επίσης κατά την
Ανάσταση του Κυρίου, κατά τους Πατέρες, ελευθερώνοντας την ανθρώπινη φύση του
Χριστού από τους περιορισμούς της κτιστότητας και αφθαρτοποιώντας την. Γι’ αυτό και η πρώτη φράση του αναστημένου Κυριου προς τους μαθητές Του
είναι «λάβετε Πνεῦμα ῞Αγιον», (Ιω.
20,22). Το Πνεύμα το Άγιον ως ο Συνεργός των έργων της Οικονομίας είναι
πράγματι «ὁ ἄλλος Παράκλητος», ο
οποίος μπορεί να οδηγήσει τους πιστούς «εἰς
πᾶσαν τήν ἀλήθειαν»,(Ιω. 16, 13) : «ὅταν δέ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὅν ἐγώ
πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ πατρός, τό Πνεῦμα τῆς
ἀληθείας, ὅ παρά τοῦ πατρός ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος
μαρτυρήσει περί ἐμοῦ» (Ιω. 15, 26). Το Πνεύμα εκπορεύεται παρά του
Πατρός, αλλά πέμπεται δι’ Υιού. Στην αϊδία «θεολογική» Τριάδα το Πνεύμα
εκπορεύεται από τον Πατέρα, ενώ στην Οικονομία πέμπεται και από τον Υιό, για να
εισαγάγει ακριβώς στην μοναδική σχέση αυτή Πατρός –Υιού ολόκληρη την κτίση, να
δημιουργήσει δηλαδή την Εκκλησία. Η Αγία Τριάδα στις Πράξεις και τις Επιστολές
των Αποστόλων. Το θεμελιώδες
βεβαίως γεγονός που εξαγγέλλει την
πραγματικότητα της Εκκλησίας είναι η Πεντηκοστή. Πρόκειται για το «βάπτισμα ἔν Πνεύματι ῾Αγίῳ», (Πραξ. 1, 5), οπότε «ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου»,
(2,4) κατά την «επαγγελίαν» του
Πατρός του Κυρίου. Το πρώτο κήρυγμα του Πέτρου είναι η εξαγγελία της θεότητας
του αναστημένου Χριστού τον Οποίον «ἀνέστησεν
ὁ Θεός Πατήρ», καθιστώντας τον «Κύριον»
(31-35) και επίσης η πρόσκληση στο βάπτισμα επ ονόματί Του «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί λῆψιν τῆς δωρεᾶς τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος» (38). Πρόκειται δηλαδή για
κήρυγμα Τριαδολογικό, περί της Εκκλησίας ως Βασιλείας του Πατρός, του Υιού και
του Αγίου Πνεύματος, πού εγκαινιάζεται ήδη. Ο Τριαδολογικός αυτός τύπος είναι
πλέον δεδομένος στις Επιστολές των Αποστόλων. Κατ’ αρχήν στις εισαγωγές και τους χαιρετισμούς των παυλείων επιστολών
(π.χ. Β΄ Κορ. 1, 1-2, Γαλ. 1, 1-5, Φιλ. 1, 1-2, Κολ. 1, 1-3, Β΄ Θες. 1, 1-2, Α΄
Τιμ. 1, 1-2, Β΄ Τιμ. 1, 1-2, Τιτ. 1, 1-4). Αλλά επίσης και στις δοξολογικές και
ευχαριστιακές αποστροφές των επιστολών: «Εὐλογητός ὁ Θεός καί Πατήρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ,
ὁ εὐλογήσας ἡμᾶς ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ πνευματικῇ ἐν
τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ [. . . ]
προορίσας ἡμᾶς εἰς
υἱοθεσίαν διά ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς αὐτόν, κατά τήν εὐδοκίαν
τοῦ θελήματος αὐτοῦ [. . .] ἐν ᾧ καί ὑμεῖς ἀκούσαντες
τόν λόγον τῆς ἀληθείας, τό εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας
ὑμῶν ἔν ᾧ καί πιστεύσαντες ἐσφραγίσθητε
τῷ Πνεύματι
τῆς ἐπαγγελίας τῷ ῾Αγίῳ, ὅς ἐστιν ἀρραβών τῆς
κληρονομίας ἡμῶν, εἰς ἀπολύτρωσιν τῆς περιποιήσεως, εἰς
ἔπαινον τῆς δόξης αὐτοῦ»,(Εφ. 1, 3-14). Ο Ιησούς Χριστός είναι λοιπόν ο
Κύριος: «καί πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς
Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός (Φιλ. 2, 11), και μάλιστα ο «ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστός», (A΄
Κορ. 1,2). Τον Οποίο σταυρωθέντα (Α΄ Κορ. 2,
7-10) ανέστησε ο Θεός (Ρωμ. 8,11) Διότι Αυτός είναι «εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τά πάντα, τά ἐν τοῖς οὐρανοῖς καί τά ἐπί τῆς
γῆς, τά ὁρατά καί τά ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε
κυριό- τητες, εἴτε ἀρχαί, εἴτε ἐξουσίαι. τά
πάντα δι᾿ αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν ἔκτισται καί αὐτός ἐστι πρό
πάντων, καί τά πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκε, καί αὐτός
ἐστιν ἡ κεφαλή τοῦ σώματός, τῆς ἐκκλησίας. ὅς
ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα
γένηται ἐν πᾶσιν αὐτός πρωτεύων, ὅτι ἐν αὐτῷ
εὐδόκησε πᾶν τό πλήρωμα κατοικῆσαι καί δι᾿ αὐτοῦ
ἀποκα- ταλάξαι τά πάντα εἰς αὐτόν, εἰρηνοποιήσας
διά τοῦ αἵματος τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ, δι᾿ αὐτοῦ,
εἴτε τά ἐπί τῆς γῆς, εἴτε τά ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Κολ 1, 15-20) |