Σελίδα 6 από 7 Ἡ ὑπαρξικοποίηση αὐτή τοῦ συμβολικοῦ εἶναι , παραδόξως πολύ πιό
προχωρημένη σέ μιά κοινωνία ὅπως ἡ Ἑλληνική. Τό πρόβλημα ἐδῶ εἶναι ἡ ἀδυναμία
τῆς δομικῆς ἤ θεσμικῆς πλευρᾶς τῶν Συμβόλων. Ἡ ὑπαρξιακή πλευρά λειτουργεῖ ἐδῶ
ἀφομοιώνοντας καί ἀποδυναμώνοντας τήν ἀντικειμενική καί θεσμική πλευρά, ἡ δομή
τείνει νά γίνει περισσότερο κοινωνία ὡς communio, παρά ἀντικειμενική κοινωνία ὡς soocietas Ἡ τάση αὐτή ἔχει βαθειές ρίζες στήν Ὀρθόδοξη
θεολογική παράδοση καί θά τήν ἀναλύσουμε
σύν Θεῷ ἀλλοῦ -εἶναι ὅμως ἄκρως πνευματικά συμαντική παρά τό ἔλλειμά της ὡς
πρός τήν ἄμεση ϊστορική ἀποτελεσματικότητα. Μπορεῖ συνεπῶς νά ὑπάρξει
ἀμφίπλευρη ὠφέλεια σέ μιά συνάντηση μεταξύ Ἀνατολικοῦ καί Δυτικοῦ Συμβολικοῦ.
Ὅπως καί νἄχει τό πρᾶγμα ἡ ἀπό μέρους
τοῦ Ράμφου κατανόηση τῆς σύγχρονης κοινωνίας εἶναι ἀποφασιστικά προμοντέρνα: ὁ
Ράμφος νομίζει πώς ἡ σύγχρονη Δυτική κοινωνία εἶναι ἄμεση καί ἀμετάβλητη
συνέχεια τῶν ἰταλικῶν ἀναγεννησιακῶν κοινωνιῶν πού περιέγραψε ὁ Jacob Burckhardt
ὡς γενέτειρες τοῦ νεώτερου ἀνεπτυγμένου ἀτομικισμοῦ καί τῆς νέας ἠθικῆς καί θρησκείας του, στό κλασσικό ἔργο του γιά τόν
«Πολιτισμό τῆς Ἐναγέννησης στήν Ἰταλία»[10].
Στήν πραγματικότητα ἡ ἐξέλιξη τῶν δυτικῶν κοινωνιῶν ὑπῆρξε ἀπείρως πιό
πολύπλοκη καί ἕνας ὅρος ἀκριβῶς
πολυπλοκότητος ὑπῆρξε ἡ πολυδαίδαλη ἀνάπτυξη τοῦ Συμβολικοῦ τούς συστήματος
καί τήν πλαισίωση ἤ ἐπέρεισή του στήν
ἐκτεταμένη θεσμοποίηση τῶν κοινωνικῶν δομῶν// ὁ συγγραφέας τοῦ «Καημοῦ τοῦ
Ἑνός» δέν ἔχει ὅμως ἀντιληφθεῖ τό βάθος τοῦ μοντέρνου δυτικοῦ
κοινωνικοῦ/ἱστορικοῦ. Ἄν ὅμως ἡ ἰδεδης ἐκσυγχρονισμένη κοινωνία πού ἔεχει ὁ Ράμφος ὑπόψη του
εἶναι ἀποφασιστικά προμοντέρνα, ἐκεῖ ὅπου τά ἐργαλεῖα του καθίστανται ὄχι ἁπλῶς
προνεωτερικά ἀλλά κυριολεκτικῶς ἀρχαϊκά εἶναι στό ζήτημα τῆς ὀντολογίας τοῦ
νέου προσώπου, τό ὁποῖο ἔχει νά προτείνει πρός χρήση τῶν ἐκσυγχρονιστῶν καί εἰς
ἀντικατάσταση τοῦ «ἐμπνευσμένου ἀπό τόν ὑπαρξισμό» προσώπου τῶν Γιανναρᾶ καί
Ζηζιούλα. Τό Ράμφειο Ἐγώ, θεμελιωμένο σέ μιάν ἰδιότυπη ἑρμηνεία τῆς ἔννοιας τοῦ
ἐνυποστάτου, ὅπως αὐτή ἀπαντᾶ στό Λεόντιο Βυζαντινό, εἶναι ἕνα καθαρά
νατουραλιστικό καί κυρίως, ταυτόχρονα,
μυθικό Ἐγώ, μέ καθαρά ἀρχαϊκές συντεταγμένες. Ἐξηγοῦμαι: ὁ συγγραφέας ἀναζητᾶ
στό Ἐνυπόστατο ἕναν τρόπο «νά ξεπεράσουμε τόν ἑαυτό μας χωρίς νά παραιτούμεθα τῆς
φυσικῆς μας ὀντότητας (σ. 347). Πράγματι ἡ «ὑπαρξιστική» χρήση τῆς ἔννοιας τῆς
ἐκστάσεως κατά τά νεώτερα χρόνια ἀπό τούς Ἕλληνες θεολόγους ὑποβάλλει συχνά τήν
ἰδέα τῆς ἐγκατάλειψης τῆς φυσικῆς ἀνθρώπινης ὀντότητας πρός χάρη ἀμφίβολων
φιλοσοφικῶν «θέσεων». Μιά ἄλλη ἔννοια τῆς φύσεως καθώς καί ἡ ἀντίληψη τῆς
ἔκστασης ὡς ἀφορώσας στήν ἴδια τή φύση καί ὄχι στήν ἔξοδο ἀπ’ αὐτήν[11],
εἶναι ἡ πραγματική πατερική διδασκαλία. Ὅπως καί νἄχει τό πράγμα, ὁ Ράμφος ἐνῶ ζητεῖ τήν
κατάφαση στή συγκεκριμένη ἀνθρώπινη φύση δέν παύει νεοπλατωνικότατα ν’ ἀναζητεῖ
τήν πληρότητά της, ὡς νατουραλιστικό φωτισμό της στή Σημασία: εἶναι αὐτή
ἀκριβῶς ἡ ἑρμηνεία του τοῦ πατερικοῦ ἐνυποστάτου. Ὅπού, ὅπως ἡ ἀνθρώπινη φύση
ἐν-ὑποστασιάζεται ἐξαρχής στήν Ὑπόσταση τοῦ Λόγου, ἔτσι, στά πλαίσια μιᾶς
ἀνθρωπολογίας ἄκρως νατουραλιστικῆς τό Ἐγώ, ὡς σωματοψυχική ὀντότης, φωτίζεται
μόνον στή σημασία, ἤγουν «τόν ἐμμενῆ καί ὑπερούσιο ἑαυτό» τό Πρόσωπο, τό «πλατύτερο εἶναι μου» ὅπου σκηνώνουν
στανικῶς καί οἱ ἄλλοι. (σ. 358 κ.ἄ.). Ἔτσι ἡ καθολικότητα γίνεται ἀτομική
ὑπόθεση τοῦ Ἐγώ, ἀφοῦ ὑψωνόμενο κατά βούληση στήν «ἐπέκεινα τῆς οὐσίας».
Σημασία τήν ὁποία Αὐτό καί μόνον ἐκλέγει, καθίσταται, ἀδιαφορώντας γιά τό ἄν οἱ
ἄλλοι συμφωνοῦν γιά αὐτό, τόπος ἀναγωγῆς καί συνάξεως πάντων, ὥστε νά δρᾶ
ἱστορικά καί ἐξ’ ὀνόματός τους. Τό Ἐγώ ὑψωνόμενο στή Σημασία τῆς αὐτεπάγγελτης
προσωπικῆς καθολικότητάς του γίνεται, χωρίς κανένα κόπο, χωρίς τόν χριστιανικό
Σταυρό τῆς ἀποδεδειγμένης θυσίας γιά τόν ἄλλον, χωρίς δυνατότητα ἔξωθεν
ἐπαλήθευσης, τό Πᾶν – ἕνας νατουραλιστικός Θεός: «Πρόσωπο εἶμαι ὡς ἐπέκεινα τῆς
οὐσίας μου, ἐπέκταση τῆς ἀτομικότητός μου στό ἄπειρο» (σ.399), ἰσχυρίζεται ὁ
συγγραφέας. |